Για τον GDPR η συγκατάθεση είναι μια αρχή ζωτικής σημασίας, όπου μέσω αυτής γίνεται προσπάθεια ώστε να έχει τον έλεγχο των δεδομένων το υποκείμενο της επεξεργασίας. Θα πρέπει το υποκείμενο να έχει πραγματική επιλογή για την αποδοχή ή την απόρριψη των προσφερόμενων όρων, χωρίς να επωμιστεί ζημία. Η συγκατάθεση θα πρέπει να είναι: ελεύθερη, συγκεκριμένη, εν πλήρει επιγνώσει και ρητή. Όταν μιλάμε για ελεύθερη επιλογή, αναφερόμαστε ότι το υποκείμενο έχει τη δυνατότητα να αρνηθεί την επεξεργασία είτε από την αρχή της επεξεργασίας είτε στη συνέχεια (αιρεσιμότητα). Για να είναι ξεκάθαρη η συγκατάθεση θα πρέπει να υπάρξει αντικειμενική και άμεση σύνδεση της επεξεργασίας δεδομένων και του σκοπού της εκτέλεσης της σύμβασης. Εάν η επεξεργασία έχει πολλαπλούς σκοπούς, το υποκείμενο θα πρέπει να δώσει τη συγκατάθεση του για όλους τους διαφορετικούς σκοπούς και συγχρόνως ο υπεύθυνος επεξεργασίας να μπορέσει να αποδείξει την συγκατάθεση του υποκειμένου (αρχή λογοδοσίας). Όταν γίνεται λόγος για συγκεκριμένη συγκατάθεση, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να προσδιορίζει τον σκοπό της επεξεργασίας ως εγγυητής και να παράσχει λεπτομερή ανάλυση για τη συγκατάθεση. Οφείλει να ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για οποιαδήποτε αλλαγή στη νομική βάση ή στους σκοπούς επεξεργασίας με γραπτή δήλωση και σαφή και εύκολη χρήση της γλώσσας και να μη θεωρεί την σιωπή ως συγκατάθεση. Τα παιδιά είναι ένα ευαίσθητο θέμα και θα πρέπει να ενημερώνονται είτε άμεσα (ύστερα από μια ηλικία) είτε έμμεσα μέσω κηδεμόνων.
*Συγκατάθεση και συναίνεση, είναι δυο διαφορετικές έννοιες.
Επιμέλεια: Φαίη Λαχανά
Αρχική πηγή: http://ec.europa.eu/newsroom/article29/item-detail.cfm?item_id=623051